Bezielen στα ελληνικά
Μετάφραση: bezielen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζωντανεύω, έμψυχος, εμπνέω, εμψυχώνω, εμψυχώσει, κίνηση, έμψυχα, ζωντανεύουν, προσδώσετε κίνηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezetten στα ελληνικά - καταλαμβάνω, παίρνω, καταλαμβάνουν, κατέχουν, καταλάβει, καταλάβουν, καταλαμβάνει
- bezetting στα ελληνικά - δουλειές, επάγγελμα, επιχείρηση, δουλειά, υπόθεση, κατοχή, κατάληψη, ...
- bezigheid στα ελληνικά - κατοχή, κατάληψη, επάγγελμα, δραστηριότητα, δραστηριότητας, δραστικότητα, δράση, ...
- bezighouden στα ελληνικά - παίρνω, καταλαμβάνω, καταλαμβάνουν, κατέχουν, καταλάβει, καταλάβουν, καταλαμβάνει
Τυχαίες λέξεις
Bezielen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζωντανεύω, έμψυχος, εμπνέω, εμψυχώνω, εμψυχώσει, κίνηση, έμψυχα, ζωντανεύουν, προσδώσετε κίνηση
Μεταφράσεις: ζωντανεύω, έμψυχος, εμπνέω, εμψυχώνω, εμψυχώσει, κίνηση, έμψυχα, ζωντανεύουν, προσδώσετε κίνηση