Bijeen στα ελληνικά

Μετάφραση: bijeen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαζί, κοινού, από κοινού, καθώς, καθώς και
Bijeen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bijdrage στα ελληνικά - κλήρος, μοιράζω, μοιράζομαι, συμβολή, μερίδιο, συνεισφορά, χωρίζω, ...
  • bijdragen στα ελληνικά - συνεισφέρω, συμβάλλουν, συμβάλλει, να συμβάλει, συνεισφέρουν, συμβάλει
  • bijeenbrengen στα ελληνικά - μαζεύομαι, συγκεντρώνομαι, περισυλλέγω, ενοποιώ, μαζεύω, συνενώνω, συγκεντρώσει, ...
  • bijeenkomen στα ελληνικά - συναρμολογώ, συναθροίζω, Γνώρισε, Γνωρίστε, πληρούν, συναντήστε, συναντώνται
Τυχαίες λέξεις
Bijeen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαζί, κοινού, από κοινού, καθώς, καθώς και