Bijenkorf στα ελληνικά

Μετάφραση: bijenkorf, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυψέλη, κυψέλης, μελίσσι, μελισσιού, κυψέλες
Bijenkorf στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bijeenroepen στα ελληνικά - συγκαλεί, συγκαλέσει, σύγκληση, συγκαλέσουν, να συγκαλέσει
  • bijeenschakelen στα ελληνικά - συντεταγμένη, συγκληθεί, συγκαλείται, συγκάλεσε, συγκαλούνται, σύγκληση
  • bijenschans στα ελληνικά - μελισσοτροφείο, μελισσοκομείο, μελισσοκομείου, του μελισσοκομείου, το μελισσοκομείο, μελίσσι
  • bijenstal στα ελληνικά - μελισσοτροφείο, μελισσοκομείο, μελισσοκομείου, του μελισσοκομείου, το μελισσοκομείο, μελίσσι
Τυχαίες λέξεις
Bijenkorf στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυψέλη, κυψέλης, μελίσσι, μελισσιού, κυψέλες