Brood στα ελληνικά
Μετάφραση: brood, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φρατζόλα, ψωμί, ψωμιού, το ψωμί, άρτου, του ψωμιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- brons στα ελληνικά - μπρούτζος, ορείχαλκος, ορείχαλκο, ορείχαλκου, ορειχάλκου, από ορείχαλκο
- bronzen στα ελληνικά - μπρούτζος, μπρούντζος, χάλκινο, χάλκινα, μπρούντζο, μπρούτζινο
- broodje στα ελληνικά - ψωμάκι, κυλώ, κύλινδρος, σάντουιτς, sandwich, τύπου σάντουιτς, σάντουιτς με, ...
- broodkruimel στα ελληνικά - ψίχουλο, ψίχα, ψίχας, ψίχουλου, της ψίχας
Τυχαίες λέξεις
Brood στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φρατζόλα, ψωμί, ψωμιού, το ψωμί, άρτου, του ψωμιού
Μεταφράσεις: φρατζόλα, ψωμί, ψωμιού, το ψωμί, άρτου, του ψωμιού