Broos στα ελληνικά

Μετάφραση: broos, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύθραυστος, μαλθακός, αδύναμος, λεπτός, φίνος, εύθραυστα, εύθραυστο, ψαθυρή, εύθρυπτο
Broos στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • broodkruimel στα ελληνικά - ψίχουλο, ψίχα, ψίχας, ψίχουλου, της ψίχας
  • broodwinning στα ελληνικά - κοινότητα, επάγγελμα, επαγγέλματος, επάγγελμά, επαγγελματική, το επάγγελμα
  • brouwsel στα ελληνικά - ποτό, πίνω, αφέψημα, επινόηση, κατασκεύασμα, παρασκεύασμα, σαλάτας
  • brug στα ελληνικά - σπιθαμή, γεφυρώνω, γέφυρα, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας
Τυχαίες λέξεις
Broos στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύθραυστος, μαλθακός, αδύναμος, λεπτός, φίνος, εύθραυστα, εύθραυστο, ψαθυρή, εύθρυπτο