Creperen στα ελληνικά
Μετάφραση: creperen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάνομαι, καταστρέφομαι, χαθεί, χαθούν, χάνονται, απολεσθή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- crematie στα ελληνικά - αποτέφρωση, καύση των νεκρών, την αποτέφρωση, αποτεφρωση, αποτεφρώσεων
- cremeren στα ελληνικά - καίω, αποτεφρώσουν, αποτέφρωση, καίνε, αποτεφρωθεί
- creëren στα ελληνικά - γεννοβολώ, κατασκευάζω, εξαναγκάζω, γεννώ, δημιουργώ, φτιάχνω, παράγω, ...
- criminaliteit στα ελληνικά - έγκλημα, εγκληματικότητα, εγκληματικότητας, αξιοποίνου, της εγκληματικότητας, αξιόποινου
Τυχαίες λέξεις
Creperen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάνομαι, καταστρέφομαι, χαθεί, χαθούν, χάνονται, απολεσθή
Μεταφράσεις: χάνομαι, καταστρέφομαι, χαθεί, χαθούν, χάνονται, απολεσθή