Dienstregeling στα ελληνικά
Μετάφραση: dienstregeling, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόγραμμα, προγραμματίζω, χρονοδιάγραμμα, χρονοδιαγράμματος, το χρονοδιάγραμμα, χρονοδιάγραμμα που, χρονοδιάγρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dienstig στα ελληνικά - πολύτιμος, τιμαλφής, χρήσιμος, χρήσιμες, χρήσιμο, χρήσιμη, χρήσιμα
- dienstmeisje στα ελληνικά - υπηρέτρια, υπηρέτης, καμαριέρα, καμαριέρας, καθαριότητα, κορίτσι
- dienstwillig στα ελληνικά - πρόθυμος, συμβιβαστικός, υποδοχή, ελαστικοί, φιλόξενο, εξυπηρετικό
- dientengevolge στα ελληνικά - συνεπώς, άραγε, επομένως, κατά συνέπεια
Τυχαίες λέξεις
Dienstregeling στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόγραμμα, προγραμματίζω, χρονοδιάγραμμα, χρονοδιαγράμματος, το χρονοδιάγραμμα, χρονοδιάγραμμα που, χρονοδιάγρα
Μεταφράσεις: πρόγραμμα, προγραμματίζω, χρονοδιάγραμμα, χρονοδιαγράμματος, το χρονοδιάγραμμα, χρονοδιάγραμμα που, χρονοδιάγρα