Discriminatie στα ελληνικά

Μετάφραση: discriminatie, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάκριση, διακρίσεις, διακρίσεων, των διακρίσεων, διάκρισης
Discriminatie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • discreet στα ελληνικά - μετριόφρων, εχέμυθος, διακριτικός, σεμνός, διακριτικά, διακριτικότητα, διακριτικό, ...
  • discretie στα ελληνικά - σεμνότητα, μετριοφροσύνη, απλότητα, ταπεινοφροσύνη, διακριτικότητα, διακριτική ευχέρεια, εξουσία εκτιμήσεως, ...
  • discus στα ελληνικά - δισκοβολία, ηχογραφώ, καταγράφω, δίσκος, ρεκόρ, δίσκο, δίσκους
  • discussie στα ελληνικά - συζήτηση, λέξη, συζήτησης, συζητήσεις, συζητήσεων, τη συζήτηση
Τυχαίες λέξεις
Discriminatie στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάκριση, διακρίσεις, διακρίσεων, των διακρίσεων, διάκρισης