Drager στα ελληνικά
Μετάφραση: drager, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στήριγμα, φορέας, υποστήριγμα, κομιστής, στυλοβάτης, συμπαράσταση, βοήθεια, χρήστη, φέροντα, φέροντος, φοράει, φέρουσας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- drachtig στα ελληνικά - έγκυος, έγκυες, εγκύων, εγκύους, εγκύου
- dragen στα ελληνικά - παθαίνω, αμπάρι, υποστήριγμα, γεννώ, υποφέρω, συνεπαίρνω, συμπαράσταση, ...
- drainage στα ελληνικά - οχετός, στραγγίζω, αποχέτευση, αποστράγγισης, αποστράγγιση, αποχέτευσης, παροχέτευση
- drama στα ελληνικά - δράμα, Δράμας, δράματος, το δράμα, Δραματική
Τυχαίες λέξεις
Drager στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στήριγμα, φορέας, υποστήριγμα, κομιστής, στυλοβάτης, συμπαράσταση, βοήθεια, χρήστη, φέροντα, φέροντος, φοράει, φέρουσας
Μεταφράσεις: στήριγμα, φορέας, υποστήριγμα, κομιστής, στυλοβάτης, συμπαράσταση, βοήθεια, χρήστη, φέροντα, φέροντος, φοράει, φέρουσας