Λέξη: εξελίσσομαι

Σχετικές λέξεις: εξελίσσομαι

εξελίσσομαι μετάφραση, εξελίσσομαι κλίση, εξελίσσομαι στα γαλλικα, εξελίσσομαι συνωνυμα, εξελίσσομαι english, εξελίσσομαι συνώνυμο

Μεταφράσεις: εξελίσσομαι

εξελίσσομαι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
evolve, pass off, working to grow

εξελίσσομαι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
desenvolverse, desarrollar, pasar, pasar por, hacer pasar

εξελίσσομαι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
entwickeln, vorübergehen, ablaufen, vorbeigehen, pass off

εξελίσσομαι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
dérouler, déployer, déplier, épanouir, développer, élaborer, se passer, passer, passer pour, faire passer pour, faire passer

εξελίσσομαι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sviluppare, evolvere, passare, spacciare, passare per, passare fuori, passare le

εξελίσσομαι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
evolucionar, evolução, evolver, estabelecer, evolua, evoluir, passar, passar ao largo, passar fora, passar fora de, pass excluído

εξελίσσομαι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
evolueren, laten doorgaan, overgaan, doorgaan, uit te geven, doorgaan voor

εξελίσσομαι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
издавать, развиваться, выделять, эволюционировать, развивать, проходить, выдать, выдать за, выдавать, пройти с

εξελίσσομαι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
utvikle, bestå av, utgi seg, passere av, bestått av, passere ut

εξελίσσομαι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
utveckla, förlöpa, passera ut, passeranden av

εξελίσσομαι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kehittyä, kehittää, siirtää pois, sujua

εξελίσσομαι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
passere, passere fra, forløbe, gå ganske, nok gå ganske

εξελίσσομαι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyvíjet, rozvíjet, vyvinout, rozvinout, minout, vydávat

εξελίσσομαι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przekształcać, rozwijać, ewoluować, przejść od, przebiegnie, się przedstawić

εξελίσσομαι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
eltűnik, elmúlik, a visszaélés, lezajló

εξελίσσομαι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
geçmek, yutturmaya, geçiştirmek, kapalı geçmektedir, off geçmek

εξελίσσομαι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розвиватися, еволюціонувати, розвивати, видавати, проходити, проходитиме, проходитимуть, відбуватиметься, відбуватимуться

εξελίσσομαι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pranohem, ik, kalojë jashtë, të kalojë jashtë, kaluar jashtë

εξελίσσομαι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изчезвам, премине на разстояние, мине, минеш, изкарат

εξελίσσομαι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
праходзіць, адбывацца

εξελίσσομαι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vaibuma, mööduma, pähe, millegi muu pähe pakkuma, muu pähe pakkuma

εξελίσσομαι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
proturiti, pustiti u opticaj, proći s, izdati

εξελίσσομαι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fara, standast, framhjá, fara framhjá, fara í

εξελίσσομαι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
praeiti, įsiūlyti, vaizduoti, liautis, Palikti be

εξελίσσομαι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
iet, caurlaide, nodot, iziet, pāriet

εξελίσσομαι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
поминат надвор, помине надвор, изчезвам

εξελίσσομαι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
trece, treacă, dispara, abate atenția de la, ocoli

εξελίσσομαι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Proturiti, prenesti off

εξελίσσομαι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
minúť, obísť, minout, vynechať, prehliadnuť
Τυχαίες λέξεις