Erectie στα ελληνικά

Μετάφραση: erectie, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανέγερση, στύση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης
Erectie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • erbarmelijk στα ελληνικά - πενιχρός, αξιολύπητος, οικτρός, ελεεινός, φτωχός, καημένος, οικτρώς, ...
  • erbarmen στα ελληνικά - συμπάθεια, οίκτος, συμπόνια, συμπόνιας, τη συμπόνια, ευσπλαχνία
  • eredienst στα ελληνικά - λατρεία, σέρβις, εξυπηρέτηση, ρουσφέτι, λατρεύω, υπηρεσία, λατρείας, ...
  • eren στα ελληνικά - τιμώ, τιμή, τιμήν, τιμής, την τιμή, τιμή να
Τυχαίες λέξεις
Erectie στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανέγερση, στύση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης