Geldig στα ελληνικά

Μετάφραση: geldig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδεκτός, δεκτός, ισχύων, έγκυρος, ισχύει, έγκυρη, έγκυρο, έγκυρες
Geldig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • geldelijk στα ελληνικά - οικονομικός, χρηματική, χρηματικές, χρηματικών, χρηματικά, χρηματικής
  • geldend στα ελληνικά - ισχύων, έγκυρος, ισχύει, έγκυρη, έγκυρο, έγκυρες
  • geldkist στα ελληνικά - ταμείο, μέχρι, strongbox
  • geldstuk στα ελληνικά - κέρμα, νόμισμα, νομίσματος, κερμάτων, κέρματος
Τυχαίες λέξεις
Geldig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδεκτός, δεκτός, ισχύων, έγκυρος, ισχύει, έγκυρη, έγκυρο, έγκυρες