Ισχύων στα ολλανδικά

Μετάφραση: ισχύων, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vigerend, deugdelijk, geldig, gangbaar, geldend, valide, stroom, courant, actueel, huidige, actuele
Ισχύων στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ισχύων

ισχύων κώδικας φορολογίας εισοδήματος, παθήσεις ισχύων, ισχύων γοκ, ισχύων συνώνυμα, ισχύων κοκ, ισχύων λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ισχύων στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ισχυρός στα ολλανδικά - stijf, afgemeten, ceremonieel, kreng, gespierd, strak, stug, ...
  • ισχύς στα ολλανδικά - vermogen, macht, kracht, mogendheid, stroom
  • ισόβιος στα ολλανδικά - hachje, leven, biografie, livelong, godganse
  • ισότητα στα ολλανδικά - gelijkheid, gelijke, de gelijkheid, gelijke behandeling, gelijkwaardigheid
Τυχαίες λέξεις
Ισχύων στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vigerend, deugdelijk, geldig, gangbaar, geldend, valide, stroom, courant, actueel, huidige, actuele