Gewaagdheid στα ελληνικά

Μετάφραση: gewaagdheid, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποτολμώ, διακυβεύω, ριψοκινδυνεύω, κίνδυνος, τόλμη, την τόλμη, παρρησία, θάρρος, τόλμης
Gewaagdheid στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gewaad στα ελληνικά - ενδυμασία, βολεύω, εξυπηρετώ, ρούχο, κοστούμι, αρμόζω, ρόμπα, ...
  • gewaagd στα ελληνικά - επικίνδυνος, ριψοκίνδυνος, επικίνδυνη, επικίνδυνο, επικίνδυνες, ριψοκίνδυνη
  • gewaarworden στα ελληνικά - υφή, νιώθω, αισθάνομαι, εμπειρία, αίσθηση, έννοια, νόημα, ...
  • gewaarwording στα ελληνικά - συναίσθημα, αίσθηση, αντίληψη, αίσθημα, αίσθησης, καύσου, την αίσθηση
Τυχαίες λέξεις
Gewaagdheid στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποτολμώ, διακυβεύω, ριψοκινδυνεύω, κίνδυνος, τόλμη, την τόλμη, παρρησία, θάρρος, τόλμης