Hinder στα ελληνικά

Μετάφραση: hinder, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόπος, σκοτίζομαι, πόνος, μπελάς, αμηχανία, ενοχλώ, ενοχλούμαι, ενόχληση, όχληση, οχλήσεων, όχλησης, οχλήσεις
Hinder στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hilariteit στα ελληνικά - γέλια, ιλαρότητα, hilarity, θυμηδία, ευθυμία, ιλαρότητας
  • hinde στα ελληνικά - ελαφίνα, DOE, έλαφος, κουνέλα, έλαφο
  • hinderen στα ελληνικά - ενοχλώ, ενοχλούμαι, κόπος, παρακωλύω, παρενοχλώ, κωλυσιεργώ, σκοτίζομαι, ...
  • hinderlaag στα ελληνικά - ενέδρα, παγιδεύω, καρτέρι, παγίδα, ενέδρας, ενέδρες
Τυχαίες λέξεις
Hinder στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόπος, σκοτίζομαι, πόνος, μπελάς, αμηχανία, ενοχλώ, ενοχλούμαι, ενόχληση, όχληση, οχλήσεων, όχλησης, οχλήσεις