Πόνος στα ολλανδικά

Μετάφραση: πόνος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
fijnheid, straf, hinder, teerheid, pijn, delicaatheid, kiesheid, wee, leed, zeer, tederheid, de pijn, pijn in, pijn op, pijn te
Πόνος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πόνος

πόνος στο αυτί, πόνος στο γόνατο, πόνος στα νεφρά, πόνος στο μαστό, πόνος στο στήθος, πόνος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πόνος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πόλεμος στα ολλανδικά - oorlog, krijg, de oorlog, war, strijd
  • πόλη στα ολλανδικά - stad, stadje, hoofdstad, plaats, metropool, dorp, wereldstad, ...
  • πόρθηση στα ολλανδικά - porthisi
  • πόρνη στα ολλανδικά - prostitueren, zuur, hoer, snol, lichtekooi
Τυχαίες λέξεις
Πόνος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: fijnheid, straf, hinder, teerheid, pijn, delicaatheid, kiesheid, wee, leed, zeer, tederheid, de pijn, pijn in, pijn op, pijn te