Hoe στα ελληνικά

Μετάφραση: hoe, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαν, πως, όμως, συμπαθώ, πώς, όπως, αρέσω, πώς να, τρόπο, τον τρόπο, το πώς να, πώς θα
Hoe στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hobby στα ελληνικά - δεντρογέρακας, χόμπι, ενασχόληση, Hobby, Χόμπυ, το χόμπι
  • hobo στα ελληνικά - όμποε, oboe, το όμποε, στο όμποε
  • hoed στα ελληνικά - σκέπασμα, καπέλο, καπάκι, πίλος, το καπέλο, καπέλων, καπέλου, ...
  • hoede στα ελληνικά - κηδεμονία, φύλαξη, κράτηση, φρουρά, φύλακας, φρουράς, προστατευτικό, ...
Τυχαίες λέξεις
Hoe στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαν, πως, όμως, συμπαθώ, πώς, όπως, αρέσω, πώς να, τρόπο, τον τρόπο, το πώς να, πώς θα