Huisdier στα ελληνικά
Μετάφραση: huisdier, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θωπεύω, κατοικίδιο ζώο, συντροφιάς, κατοικίδιων ζώων, pet, κατοικίδιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- huilen στα ελληνικά - ουρλιάζω, κλαίω, στριγκλίζω, στριγγλίζω, φλοιός, κραυγή, φωνάζω, ...
- huis στα ελληνικά - οίκος, οικογένεια, σπίτι, Αρχική σελίδα, το σπίτι, στο σπίτι, σπιτιού
- huiselijk στα ελληνικά - κατοικίδιος, οικιακός, σπιτική, οικεία, φιλόξενα, φιλόξενο, οικείο
- huishouden στα ελληνικά - οικογένεια, σπίτι, οίκος, οικιακός, σπιτικό, νοικοκυριό, οικιακών, ...
Τυχαίες λέξεις
Huisdier στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θωπεύω, κατοικίδιο ζώο, συντροφιάς, κατοικίδιων ζώων, pet, κατοικίδιο
Μεταφράσεις: θωπεύω, κατοικίδιο ζώο, συντροφιάς, κατοικίδιων ζώων, pet, κατοικίδιο