Hulp στα ελληνικά
Μετάφραση: hulp, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βοήθημα, οπαδός, βοηθός, εκτόνωση, βοηθώ, αρωγή, βοήθεια, επικουρία, ανακούφιση, ανάγλυφος, υποστηρικτής, βοηθήσει, βοηθήσουν, να βοηθήσει, βοηθούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- huldigen στα ελληνικά - τιμώ, τιμή, τιμήν, τιμής, την τιμή, τιμή να
- hullen στα ελληνικά - τυλίξτε, τυλίξετε, τυλίγετε, τυλίξει, τυλίγουμε
- hulpeloos στα ελληνικά - ανίκανος, ανήμπορος, αβοήθητος, αβοήθητοι, ανίσχυροι, αβοήθητο
- hulpmiddelen στα ελληνικά - μηχάνημα, συσκευή, καθορισμένος, τέχνασμα, τοποθετώ, συσκευής, διάταξη, ...
Τυχαίες λέξεις
Hulp στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βοήθημα, οπαδός, βοηθός, εκτόνωση, βοηθώ, αρωγή, βοήθεια, επικουρία, ανακούφιση, ανάγλυφος, υποστηρικτής, βοηθήσει, βοηθήσουν, να βοηθήσει, βοηθούν
Μεταφράσεις: βοήθημα, οπαδός, βοηθός, εκτόνωση, βοηθώ, αρωγή, βοήθεια, επικουρία, ανακούφιση, ανάγλυφος, υποστηρικτής, βοηθήσει, βοηθήσουν, να βοηθήσει, βοηθούν