Ketel στα ελληνικά

Μετάφραση: ketel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καζάνι, καυστήρας, λέβητας, λέβητα, του λέβητα, boiler, μπόιλερ
Ketel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kerosine στα ελληνικά - κηροζίνη, πετρέλαιο, κηροζίνης, της κηροζίνης, την κηροζίνη
  • kers στα ελληνικά - κεράσι, κερασιάς, κερασιού, κερασιών, κερασιά
  • keteldal στα ελληνικά - καζάνι, τσίρκο, Αρένα της, τσίρκου, Circus, τσίρκων
  • keten στα ελληνικά - αλυσίδα, καδένα, αλυσίδας, αλύσου, της αλυσίδας, άλυσο
Τυχαίες λέξεις
Ketel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καζάνι, καυστήρας, λέβητας, λέβητα, του λέβητα, boiler, μπόιλερ