Knechten στα ελληνικά

Μετάφραση: knechten, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποτάσσομαι, υποτάσσω, υποστηρίζω, παραδίδομαι, υποβάλλω, υποδουλώνω, υποδουλώσουν, υποδουλώσει, υποδουλώνουν, σκλαβώσει
Knechten στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • knauwen στα ελληνικά - δάγκωμα, δαγκώνω, τσίμπημα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
  • knecht στα ελληνικά - υπηρέτρια, υπηρέτης, υπάλληλος, υπάλληλο, υπηρέτη, δούλος
  • kneden στα ελληνικά - μαλάζω, μαλάσσω, ζυμώνουμε, ζυμώστε, ζυμώνετε, ζυμώνουν
  • kneep στα ελληνικά - τέχνασμα, υπεκφυγή, ξεγελώ, κόλπο, τρικ, απάτη, τσίμπημα, ...
Τυχαίες λέξεις
Knechten στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποτάσσομαι, υποτάσσω, υποστηρίζω, παραδίδομαι, υποβάλλω, υποδουλώνω, υποδουλώσουν, υποδουλώσει, υποδουλώνουν, σκλαβώσει