Kraan στα ελληνικά

Μετάφραση: kraan, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πετεινός, γερανός, βρύση, κόκορας, παρακεντώ, γερανού, γερανό, γερανών, του γερανού
Kraan στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kraal στα ελληνικά - εσώκλειστο, χάντρα, περίφραγμα, περίφραξη, μάντρα, σφαιρίδιο, σφαιριδίων, ...
  • kraam στα ελληνικά - εξέδρα, καλύβα, παράγκα, πάγκος, θάλαμος, αποβάλλω, παράπηγμα, ...
  • kraanvogel στα ελληνικά - γερανός, γερανού, γερανό, γερανών, του γερανού
  • krab στα ελληνικά - καβουράκι, καβούρι, καβούρια, καβουριών, τα καβούρια, καβουριού
Τυχαίες λέξεις
Kraan στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πετεινός, γερανός, βρύση, κόκορας, παρακεντώ, γερανού, γερανό, γερανών, του γερανού