Γερανός στα ολλανδικά

Μετάφραση: γερανός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kraanvogel, hijskraan, kraan, crane, kranen
Γερανός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γερανός

γερανός μηχάνημα, γερανός στη λάρνακα, γερανός ανύψωσης ασθενών, γερανός λάρνακα, γερανός οριγκάμι, γερανός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γερανός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • γεράνι στα ολλανδικά - ooievaarsbek, geranium, de Geranium, geraniumolie, van de Geranium, geraniums
  • γερακάρης στα ολλανδικά - Gerakaris
  • γεροδεμένος στα ολλανδικά - strapping, omsnoering, omsnoeringsband, vastbinden, band
  • γεροντικός στα ολλανδικά - seniel, seniele, senile, kinds, van seniele
Τυχαίες λέξεις
Γερανός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kraanvogel, hijskraan, kraan, crane, kranen