Langoest στα ελληνικά
Μετάφραση: langoest, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αστακός, αστακό, αστακού, αστακών, τον αστακό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- langdurigheid στα ελληνικά - μήκος
- langer στα ελληνικά - πια, πλέον, μακρύτερα, περισσότερο, είναι πλέον, μεγαλύτερη
- langs στα ελληνικά - κατά μήκος, μαζί, μήκος, κατά μήκος της
- langsgaan στα ελληνικά - στενά, περνώ, κυκλοφορώ, πέφτω, ξεπερνώ, παραδρομή, πέρασμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Langoest στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αστακός, αστακό, αστακού, αστακών, τον αστακό
Μεταφράσεις: αστακός, αστακό, αστακού, αστακών, τον αστακό