Leeg στα ελληνικά
Μετάφραση: leeg, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθαρός, άδειος, άσπρος, λευκό, άγραφτος, κενός, καθαρίζω, κενό, λευκός, άγραφος, άδειο, κενή, κενών, κενές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- leedwezen στα ελληνικά - λυπάμαι, μετανιώνω, λύπη, θλίψη, τη θλίψη, θλίψης, λύπης
- leeftijd στα ελληνικά - εποχή, ηλικία, ηλικίας, την ηλικία, ετών
- leegheid στα ελληνικά - κενότητα, κενό, κενού, το κενό, κενότητας
- leegte στα ελληνικά - άσπρος, κενό, καθαρίζω, άγραφτος, λευκό, καθαρός, άγραφος, ...
Τυχαίες λέξεις
Leeg στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθαρός, άδειος, άσπρος, λευκό, άγραφτος, κενός, καθαρίζω, κενό, λευκός, άγραφος, άδειο, κενή, κενών, κενές
Μεταφράσεις: καθαρός, άδειος, άσπρος, λευκό, άγραφτος, κενός, καθαρίζω, κενό, λευκός, άγραφος, άδειο, κενή, κενών, κενές