Lenzen στα ελληνικά

Μετάφραση: lenzen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άδειος, φακοί, φακούς, φακών, τους φακούς, οι φακοί
Lenzen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lente στα ελληνικά - άνοιξη, αναπηδώ, εκτινάσσομαι, ελατήριο, ελατηρίου, την άνοιξη, άνοιξης
  • lentemaand στα ελληνικά - βαδίζω, μάρτιος, Μάρτιος, Μαρτίου, πορεία, Μάρτιο, Μάρτιο του
  • lepra στα ελληνικά - λέπρα, λώβα, λέπρας, τη λέπρα, η λέπρα, της λέπρας
  • lepralijder στα ελληνικά - λεπρός, λεπρών, λεπρό, λεπρού, των λεπρών
Τυχαίες λέξεις
Lenzen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άδειος, φακοί, φακούς, φακών, τους φακούς, οι φακοί