Lust στα ελληνικά
Μετάφραση: lust, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύχομαι, εμπάθεια, μακάρι, έλλειψη, ανάγκη, επιθυμία, θέλω, ευχή, πόθος, ροπή, καημός, τάση, λαγνεία, σφοδρή επιθυμία, τη σφοδρή επιθυμία, λαγνείας, πόθου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- luns στα ελληνικά - κεντρικός μοχλός, ακρογωνιαίο λίθο, κινητήριο μοχλό, κεντρικού άξονα, ακρογωνιαίος λίθος
- lurken στα ελληνικά - γλείφω, ρουφώ, θηλάζω, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, ...
- lusteloos στα ελληνικά - απαθής, απαθείς, απαθή, απάθεια, απαθές
- lusteloosheid στα ελληνικά - αδιαφορία, απάθεια, νωθρότητα, συμπτώματα όπως απάθεια, αφηρημάδα, ατονία
Τυχαίες λέξεις
Lust στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύχομαι, εμπάθεια, μακάρι, έλλειψη, ανάγκη, επιθυμία, θέλω, ευχή, πόθος, ροπή, καημός, τάση, λαγνεία, σφοδρή επιθυμία, τη σφοδρή επιθυμία, λαγνείας, πόθου
Μεταφράσεις: εύχομαι, εμπάθεια, μακάρι, έλλειψη, ανάγκη, επιθυμία, θέλω, ευχή, πόθος, ροπή, καημός, τάση, λαγνεία, σφοδρή επιθυμία, τη σφοδρή επιθυμία, λαγνείας, πόθου