Macaroni στα ελληνικά

Μετάφραση: macaroni, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μακαρονάδα, μακαρόνια, μακαρονιών, μακαρόνι, ζυμαρικών
Macaroni στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • maatschappij στα ελληνικά - προσταγή, επιχρυσώνω, παραγγελία, κοινωνία, σωματείο, παραγγέλλω, εντολή, ...
  • maatstaf στα ελληνικά - μέτρο, μετρώ, κριτήριο, τη μέτρηση, μέτρηση της, μετρήσει, μετρούν
  • machinatie στα ελληνικά - πλοκή, συνωμοτώ, συνωμοσία, μηχανορραφία, σκευωρία
  • machine στα ελληνικά - μηχάνημα, μηχανή, μηχανής, μηχανήματος, πλυντήριο
Τυχαίες λέξεις
Macaroni στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μακαρονάδα, μακαρόνια, μακαρονιών, μακαρόνι, ζυμαρικών