Mengsel στα ελληνικά

Μετάφραση: mengsel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναμιγνύω, ανακατώνω, ανακατεύω, μίγμα, μείγμα, μίγμα της, μίγματος, μείγματος
Mengsel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mengelmoes στα ελληνικά - μίγμα, συνονθύλευμα, σύμφυρμα, συνοθύλευμα, όλες μαζί προέβαιναν, ανεμομάζωμα
  • mengen στα ελληνικά - ανακατεύω, μίγμα, αναμιγνύω, ανακατώνω, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, ...
  • menigmaal στα ελληνικά - συχνά, τακτικά, συνήθως, φορές, πολλές φορές
  • menigte στα ελληνικά - τράπουλα, σωρός, συσκευάζω, πακέτο, στοίβα, ανάχωμα, πλήθος, ...
Τυχαίες λέξεις
Mengsel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναμιγνύω, ανακατώνω, ανακατεύω, μίγμα, μείγμα, μίγμα της, μίγματος, μείγματος