Middelpunt στα ελληνικά

Μετάφραση: middelpunt, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καρδιά, μέση, μάτι, μεσαίος, οφθαλμός, κέντρο, κέντρο της, κέντρου, το κέντρο, κέντρο του
Middelpunt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • middellijn στα ελληνικά - διάμετρος, διάμετρο, διαμέτρου, με διάμετρο
  • middelmaat στα ελληνικά - μεσαίος, μάτι, μέση, καρδιά, οφθαλμός, μετριότητα, μετριότητας, ...
  • middelste στα ελληνικά - κεντρικός, κεντρική, κεντρικό, κεντρικές, κεντρικής
  • midden στα ελληνικά - μάτι, οφθαλμός, μέση, καρδιά, μεταξύ, μεσαίος, μέσο, ...
Τυχαίες λέξεις
Middelpunt στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καρδιά, μέση, μάτι, μεσαίος, οφθαλμός, κέντρο, κέντρο της, κέντρου, το κέντρο, κέντρο του