Modificatie στα ελληνικά
Μετάφραση: modificatie, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τύπος, πρόσφορος, διασκευή, προσαρμογή, εκδοχή, στέγαση, κατάλυμα, ρύθμιση, τροποποίηση, τροποποίησης, την τροποποίηση, τροποποιήσεις, τροποποίηση που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- moderniseren στα ελληνικά - αναβάθμιση, αναβαθμίζω, εκσυγχρονισμό, τον εκσυγχρονισμό, εκσυγχρονίσει, εκσυγχρονισμό των, εκσυγχρονίσουν
- modieus στα ελληνικά - κομψός, μόδας, μοντέρνα, της μόδας, μοντέρνο, μοντέρνες
- modificeren στα ελληνικά - παραλλάζω, τροποποιώ, τροποποιήσει, να τροποποιήσει, τροποποιούν, τροποποιήσετε, τροποποιήσουν
- modus στα ελληνικά - σχηματίζω, μόδα, διαμορφώνω, πλάθω, στύλος, ύφος, τρόπος, ...
Τυχαίες λέξεις
Modificatie στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τύπος, πρόσφορος, διασκευή, προσαρμογή, εκδοχή, στέγαση, κατάλυμα, ρύθμιση, τροποποίηση, τροποποίησης, την τροποποίηση, τροποποιήσεις, τροποποίηση που
Μεταφράσεις: τύπος, πρόσφορος, διασκευή, προσαρμογή, εκδοχή, στέγαση, κατάλυμα, ρύθμιση, τροποποίηση, τροποποίησης, την τροποποίηση, τροποποιήσεις, τροποποίηση που