Mompelen στα ελληνικά

Μετάφραση: mompelen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μουρμουρίζω, ψέλλισμα, σιγομουρμουρίζω, Μαμπλ, μουρμουρίζει
Mompelen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mombakkes στα ελληνικά - προσωπείο, μάσκα
  • moment στα ελληνικά - λαμπερός, φίμωτρο, δευτερόλεπτο, δεύτερον, σπινθηροβόλος, στιγμή, λεπτομερής, ...
  • monarch στα ελληνικά - αυτεξούσιος, κυρίαρχος, ηγεμόνας, μονάρχης, Monarch, μονάρχη, της Monarch, ...
  • mond στα ελληνικά - στόμιο, οπή, στόμα, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό
Τυχαίες λέξεις
Mompelen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μουρμουρίζω, ψέλλισμα, σιγομουρμουρίζω, Μαμπλ, μουρμουρίζει