Moraal στα ελληνικά

Μετάφραση: moraal, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιμύθιο, ηθικός, ηθική, ήθη, ήθος, ηθών, ηθικής, τα ήθη
Moraal στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mops στα ελληνικά - πατημασιά, Pug, πατημασιά του, Pug το, κυνάριο
  • mopshond στα ελληνικά - πατημασιά, Pug, πατημασιά του, Pug το, κυνάριο
  • moralist στα ελληνικά - ηθικολόγος, ηθικολόγο, ηθικότητας, ηθικολόγοι
  • moraliteit στα ελληνικά - ηθική, ηθικής, χρηστά ήθη, την ηθική, τα χρηστά ήθη
Τυχαίες λέξεις
Moraal στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιμύθιο, ηθικός, ηθική, ήθη, ήθος, ηθών, ηθικής, τα ήθη