Naaktloperij στα ελληνικά

Μετάφραση: naaktloperij, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γυμνισμός, γυμνισμό, ο γυμνισμός, γυμνισμού, γυμνιστές
Naaktloperij στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • naaktlopen στα ελληνικά - γυμνισμός, γυμνισμό, ο γυμνισμός, γυμνισμού, γυμνιστές
  • naaktloper στα ελληνικά - γυμνιστής, γυμνιστών, κατασκήνωση γυμνιστών, γυμνιστές, για γυμνιστές
  • naaktslak στα ελληνικά - γυμνοσάλιαγκας, σφαίρα, γυμνοσάλιαγκα, περιθωρίου τυπογραφικού, βλήματος, γυμνοσαλιάγκων
  • naald στα ελληνικά - καρφίτσα, γόμφος, βελόνα, βελόνας, βελόνης, βελόνη, της βελόνας
Τυχαίες λέξεις
Naaktloperij στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γυμνισμός, γυμνισμό, ο γυμνισμός, γυμνισμού, γυμνιστές