Nationalisme στα ελληνικά
Μετάφραση: nationalisme, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εθνικισμός, Ο εθνικισμός, τον εθνικισμό, εθνικισμού, του εθνικισμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nationaal στα ελληνικά - εθνικός, σε εθνικό επίπεδο, εθνικό επίπεδο, σε εθνικό, εθνικό, εθνικά
- nationaliseren στα ελληνικά - εθνικοποιώ, πολιτογραφώ, εθνικοποιήσει, κρατικοποιήσει, εθνικοποίηση
- nationaliteit στα ελληνικά - υπηκοότητα, ιθαγένεια, εθνικότητα, ιθαγένειας, εθνικότητας, ιθαγενείας
- natuur στα ελληνικά - φύση, χαρακτήρα, φύσης, φύσεως, τη φύση
Τυχαίες λέξεις
Nationalisme στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εθνικισμός, Ο εθνικισμός, τον εθνικισμό, εθνικισμού, του εθνικισμού
Μεταφράσεις: εθνικισμός, Ο εθνικισμός, τον εθνικισμό, εθνικισμού, του εθνικισμού