Nou στα ελληνικά
Μετάφραση: nou, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τώρα, καλά, και, επίσης, καθώς, επίσης και
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- notitie στα ελληνικά - ατμόσφαιρα, σχολιασμός, υποσημείωση, σημείωση, σημειώνω, τόνος, σημείωμα, ...
- notulen στα ελληνικά - πρακτικά, λεπτά, λεπτών, λεπτά με, λεπτά με τα
- novice στα ελληνικά - αρχάριος, αρχάριους, αρχάριο, αρχαρίων, αρχάριοι
- nu στα ελληνικά - τώρα, αυτή τη στιγμή, στιγμή, τη στιγμή, αυτήν τη στιγμή
Τυχαίες λέξεις
Nou στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τώρα, καλά, και, επίσης, καθώς, επίσης και
Μεταφράσεις: τώρα, καλά, και, επίσης, καθώς, επίσης και