Omgeven στα ελληνικά
Μετάφραση: omgeven, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περικυκλώνω, πλαισιώνω, πλαισίωση, surround, περιβάλλοντος, περιβάλλοντα, περιβάλλουν, περιβάλλοντος ήχου
Μεταφράσεις
- omgang στα ελληνικά - παρέλαση, κατανόηση, συνουσία, επαφή, σεξουαλική επαφή, συνουσίας, τη συνουσία
- omgekeerd στα ελληνικά - αντιστρέφω, συνομιλώ, αντιστρόφως, αντίστροφα, αντίθετα, αντιθέτως
- omgeving στα ελληνικά - κτήση, πεδίο, χωράφι, περίχωρα, τομέας, περιοχή, κουβάρι, ...
- omgooien στα ελληνικά - ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές
Τυχαίες λέξεις
Omgeven στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περικυκλώνω, πλαισιώνω, πλαισίωση, surround, περιβάλλοντος, περιβάλλοντα, περιβάλλουν, περιβάλλοντος ήχου
Μεταφράσεις: περικυκλώνω, πλαισιώνω, πλαισίωση, surround, περιβάλλοντος, περιβάλλοντα, περιβάλλουν, περιβάλλοντος ήχου