Onderwijzer στα ελληνικά

Μετάφραση: onderwijzer, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δασκάλα, δάσκαλος, καθηγήτρια, καθηγητής, δάσκαλο, των εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικός
Onderwijzer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • onderwijs στα ελληνικά - μόρφωση, διδασκαλία, εκπαίδευση, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, η εκπαίδευση
  • onderwijzen στα ελληνικά - δάσκαλος, άμαξα, προπονητής, προπονώ, πούλμαν, διδάσκω, διδάξει, ...
  • onderwijzeres στα ελληνικά - δασκάλα, καθηγήτρια, δάσκαλος, καθηγητής, δάσκαλο, των εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικός
  • onderzoek στα ελληνικά - εξέταση, ελέγχω, διερεύνηση, έρευνα, διεργασία, κυνήγι, αναζήτηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Onderwijzer στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δασκάλα, δάσκαλος, καθηγήτρια, καθηγητής, δάσκαλο, των εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικός