Ontwijken στα ελληνικά

Μετάφραση: ontwijken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαλανθάνω, αποφεύγω, διαφεύγω, ξεγλιστρώ, Dodge, αποφύγει, αποφεύγουμε, αποφύγει τα
Ontwijken στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ontwerpen στα ελληνικά - σχεδιάζω, σκίτσο, σχέδιο, σχεδιασμό, σχεδιασμού, σχεδιασμός, σχεδίαση
  • ontwijden στα ελληνικά - κηλιδώνω, βεβηλώνω, λερώνω, μαγαρίζω, desecrate, βεβηλώνουν, βεβηλώσουν, ...
  • ontwikkeld στα ελληνικά - αναπτυγμένες, ανεπτυγμένες, ανεπτυγμένων, αναπτυγμένων, ανεπτυγμένη
  • ontwikkelen στα ελληνικά - διαφαίνομαι, αποκαλύπτω, να αναπτύξει, να αναπτύξουν, να αναπτυχθούν, για την ανάπτυξη, την ανάπτυξη
Τυχαίες λέξεις
Ontwijken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαλανθάνω, αποφεύγω, διαφεύγω, ξεγλιστρώ, Dodge, αποφύγει, αποφεύγουμε, αποφύγει τα