Λέξη: μεγάφωνο

Σχετικές λέξεις: μεγάφωνο

μεγάφωνο μόνιμου μαγνήτη, μεγάφωνο στον πολιτη, μεγάφωνο αυτοκινήτου, μεγάφωνο βικιπαιδεια, μεγάφωνο 15, φορητό μεγάφωνο, μεγάφωνο subwoofer, μεγάφωνο woofer

Συνώνυμα: μεγάφωνο

ομιλητής, ρήτωρ, πρόεδρος βουλής, τηλεβόας

Μεταφράσεις: μεγάφωνο

μεγάφωνο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
loudspeaker, speaker, megaphone, speakerphone, loudspeaker is

μεγάφωνο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
altoparlante, altavoz, altavoces, del altavoz, de altavoces

μεγάφωνο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
lautsprecherbox, lautsprecher, box, Lautsprecher, Lautsprechers

μεγάφωνο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
haut-parleur, parleur, enceinte, enceintes

μεγάφωνο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
altoparlante, diffusore, altoparlanti, dell'altoparlante, diffusori

μεγάφωνο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
alto-falante, altifalante, altifalantes, loudspeaker, do altifalante

μεγάφωνο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
luidspreker, luidsprekers, de luidspreker, luidspreker van

μεγάφωνο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
репродуктор, громкоговоритель, динамик, громкоговорителя, громкоговорителе, громкоговорителей

μεγάφωνο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
høyttaler, høyttaleren

μεγάφωνο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
högtalare, högtalaren, högtalar, högtalarna

μεγάφωνο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaiutin, kovaääninen, kaiuttimen, kaiutinta, kaiuttimesta, kaiuttimeen

μεγάφωνο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
højttaler, højttaleren, højtaler, højttalerens

μεγάφωνο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
reproduktor, reproduktoru, reproduktorů, reproduktorová

μεγάφωνο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
megafon, głośnik, głośniki, głośnika, głośników, głośnikowy

μεγάφωνο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hangfal, hangszóró, hangszórót, hangszórón, kihangosító, hangszóróval

μεγάφωνο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hoparlör, bir hoparlör, hoparlörü, hoparlörün

μεγάφωνο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гучність, гучномовець, гучномовця, динамік

μεγάφωνο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
altoparlant, altoparlantin, transmetuesi

μεγάφωνο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
високоговорител, високоговорителя, говорител, високоговорителите

μεγάφωνο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гучнагаварыцель, гукаўзмацняльнік, гучнагаварыльнік, гучнапрамоўнік

μεγάφωνο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kõlar, valjuhääldi, valjuhääldit, valjuhääldist

μεγάφωνο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zvučnik, zvučnika, zvuènik, zvucnik

μεγάφωνο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hátalarinn, hátalara, hátalaranum, hátalarann, hátalari

μεγάφωνο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
garsiakalbis, įjungtas garsiakalbis, çjungtas garsiakalbis, garsiakalbio, loudspeaker

μεγάφωνο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
skaļrunis, skaļruni, skaļruņu

μεγάφωνο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
звучникот, звучник, на звучникот, звучници, звучникот за

μεγάφωνο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
megafon, difuzor, difuzorul, difuzorului, difuzoare, boxe

μεγάφωνο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zvočnik, zvočnika, zvočnikov, zvočniki, zvoènika

μεγάφωνο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
reproduktor, reproduktory, reproduktora, reproduktorov
Τυχαίες λέξεις