Ontzetten στα ελληνικά
Μετάφραση: ontzetten, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άφεση, κατατρομάζω, πυρκαγιά, πυροβολώ, εκροή, εκπυρσοκρότηση, απολύω, τρόμος, φωτιά, ανησυχία, πόρπη, πόρπης, αγκράφα, πόρπη της, της πόρπης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ontzaglijk στα ελληνικά - κολοσσιαίος, φοβερός, φοβερό, τρομερή, τρομερό, το φοβερό
- ontzeggen στα ελληνικά - αρνούμαι, αρνηθεί, αμφισβητεί, αρνούνται, αρνείται
- ontzetting στα ελληνικά - πανικός, πανικοβάλλω, τρόμος, φόβος, απογοήτευση, φόβο, απογοήτευσή, ...
- ontzien στα ελληνικά - σέβομαι, περισσεύω, λύπη, σεβασμός, χαρίζω, περισσευούμενος, μετανιώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Ontzetten στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άφεση, κατατρομάζω, πυρκαγιά, πυροβολώ, εκροή, εκπυρσοκρότηση, απολύω, τρόμος, φωτιά, ανησυχία, πόρπη, πόρπης, αγκράφα, πόρπη της, της πόρπης
Μεταφράσεις: άφεση, κατατρομάζω, πυρκαγιά, πυροβολώ, εκροή, εκπυρσοκρότηση, απολύω, τρόμος, φωτιά, ανησυχία, πόρπη, πόρπης, αγκράφα, πόρπη της, της πόρπης