Opleiden στα ελληνικά
Μετάφραση: opleiden, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανατρέφω, εκπαιδεύω, υψώνω, μορφώνω, σηκώνω, τρέφω, αναστηλώνω, αμαξοστοιχία, τρένο, πισινός, τραίνο, σταθμό, αμαξοστοιχίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- opleggen στα ελληνικά - χρησιμοποιώ, εφαρμόζω, βάζω, αιτούμαι, χρήση, επιβάλλουν, επιβάλλει, ...
- oplegger στα ελληνικά - νταλίκα, ρυμουλκούμενο, τρέιλερ, ρυμουλκούμενου, ρυμουλκουμένου, του ρυμουλκουμένου
- opleiding στα ελληνικά - προπονούμενος, εκπαίδευση, μόρφωση, προπόνηση, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, ...
- oplettend στα ελληνικά - προσεκτικός, γνωστικός, παρατηρητικός, παρατηρητικοί, προσεκτικό, παρατηρητικό
Τυχαίες λέξεις
Opleiden στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανατρέφω, εκπαιδεύω, υψώνω, μορφώνω, σηκώνω, τρέφω, αναστηλώνω, αμαξοστοιχία, τρένο, πισινός, τραίνο, σταθμό, αμαξοστοιχίας
Μεταφράσεις: ανατρέφω, εκπαιδεύω, υψώνω, μορφώνω, σηκώνω, τρέφω, αναστηλώνω, αμαξοστοιχία, τρένο, πισινός, τραίνο, σταθμό, αμαξοστοιχίας