Opzettelijk στα ελληνικά

Μετάφραση: opzettelijk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εσκεμμένος, επίτηδες, σκόπιμα, σκοπίμως, εσκεμμένα, εκ προθέσεως
Opzettelijk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • opzenden στα ελληνικά - στέλνω, διοχετεύω, πόστο, ταχυδρομώ, ταχυδρομείο, μεταδίδω, δοκάρι, ...
  • opzet στα ελληνικά - σχέδιο, ροκάνι, σχεδιάζω, πλάνη, στάθμη, επίπεδο, σχεδιασμός, ...
  • opzetten στα ελληνικά - κατάρτιση, τη δημιουργία, σύσταση, τη σύσταση, δημιουργίας
  • opzicht στα ελληνικά - σχέση, υπόψη, αφορά, όσον αφορά
Τυχαίες λέξεις
Opzettelijk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εσκεμμένος, επίτηδες, σκόπιμα, σκοπίμως, εσκεμμένα, εκ προθέσεως