Overheid στα ελληνικά

Μετάφραση: overheid, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθεστώς, δίαιτα, κυβέρνηση, πολίτευμα, κυβέρνησης, της κυβέρνησης, κρατικών, κυβερνητικές
Overheid στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • overheen στα ελληνικά - απέναντι, σε όλη, σε ολόκληρη, σε όλη την, σε όλον
  • overheerlijk στα ελληνικά - νόστιμος, νόστιμα, νόστιμο, νόστιμη, πολύ νόστιμο, υπέροχο
  • overhellen στα ελληνικά - ψαχνό, άπαχο, σε άπαχο, άπαχου, άπαχα
  • overhemd στα ελληνικά - φανέλα, πουκάμισο, shirt, μπλούζα, μπλουζάκι
Τυχαίες λέξεις
Overheid στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθεστώς, δίαιτα, κυβέρνηση, πολίτευμα, κυβέρνησης, της κυβέρνησης, κρατικών, κυβερνητικές