Overstromen στα ελληνικά
Μετάφραση: overstromen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατακλύζω, πλημμύρες, πλημμυρίζω, πλημμύρα, πλημμύρας, πλημμυρών, τις πλημμύρες
Μεταφράσεις
- oversteken στα ελληνικά - μετατάσσω, μετάθεση, μεταγράφω, μεταβίβαση, μεταδώσουμε, να μεταδώσουμε, πάρει όλη, ...
- overstelpen στα ελληνικά - συντρίβω, πνίγω, κατακλύζω, συντρίψει, κατακλύσουν, κατακλύζουν, ξεπερνούν τις
- overstroming στα ελληνικά - πλημμύρες, κατακλυσμός, κατακλύζω, πλημμυρίζω, πλημμύρα, πλημμυρών, πλημμύρας, ...
- overtollig στα ελληνικά - περιττός, πλεονάζων, περιττή, απολύονται, περιττές
Τυχαίες λέξεις
Overstromen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατακλύζω, πλημμύρες, πλημμυρίζω, πλημμύρα, πλημμύρας, πλημμυρών, τις πλημμύρες
Μεταφράσεις: κατακλύζω, πλημμύρες, πλημμυρίζω, πλημμύρα, πλημμύρας, πλημμυρών, τις πλημμύρες