Piek στα ελληνικά

Μετάφραση: piek, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επισημαίνω, ανύψωση, κορόνα, θήκη, δείχνω, κορώνα, ύψος, ύψωση, ποδοκόπι, ανάδειξη, στίγμα, πουρμπουάρ, αιχμή, οικόσημο, αποκορύφωμα, ρεγάλο, κορυφή, αιχμής, κορυφής, μέγιστη
Piek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pias στα ελληνικά - κλόουν, clown, κλόουν που, γελωτοποιός, παλιάτσος
  • pictogram στα ελληνικά - εικόνα, σύμβολο, εικονίδιο, icon, εικονίδιο του, το εικονίδιο
  • piekfijn στα ελληνικά - κομψός, εκλεπτυσμένος, βελούδινα, χνουδωτά, βελούδου, βελούδινο, πλούσσα
  • pienter στα ελληνικά - οξυδερκής, έξυπνος, τετραπέρατος, κοφτερός, ευφυής, πανέξυπνος, καπάτσος, ...
Τυχαίες λέξεις
Piek στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επισημαίνω, ανύψωση, κορόνα, θήκη, δείχνω, κορώνα, ύψος, ύψωση, ποδοκόπι, ανάδειξη, στίγμα, πουρμπουάρ, αιχμή, οικόσημο, αποκορύφωμα, ρεγάλο, κορυφή, αιχμής, κορυφής, μέγιστη