Λέξη: τρανταχτός
Σχετικές λέξεις: τρανταχτός
τρανταχτός συνώνυμο, τρανταχτός συνώνυμα
Συνώνυμα: τρανταχτός
στεντόρειος, μεγαλόφωνος
Μεταφράσεις: τρανταχτός
τρανταχτός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
resounding, loud
τρανταχτός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
sonoro, ruidoso, fuerte, alto, voz alta, alta
τρανταχτός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
widerhallend, laut, laute, lauten, lauter, lautes
τρανταχτός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
retentissant, haut, éclatant, bruyant, sonore, résonnant, fort, forte, haute voix
τρανταχτός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
forte, rumoroso, alta voce, alto, ad alta voce
τρανταχτός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
alto, barulhento, adornos, alta, voz alta
τρανταχτός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
luid, hardop, luide, hard, harde
τρανταχτός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
резонирующий, гулкий, звучный, раскатистый, громко, громкий, вслух, громким
τρανταχτός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
høyt, høy, kraftig, høi
τρανταχτός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ljudlig, högt, hög, högljudd, högljudda, livliga
τρανταχτός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hirmuinen, äänekäs, ääneen, kovaa, kova, kovalla
τρανταχτός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
højt, høj, kraftig, kraftigt
τρανταχτός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dunivý, halasný, zvučný, hlasitý, hlasitě, nahlas, hlasité, vysoká
τρανταχτός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
donośny, głośny, głośno, głośne, głos
τρανταχτός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
visszhangzóan, hangos, hangosan, a hangos, hangosak
τρανταχτός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yüksek sesle, yüksek, gürültülü, yüksek sesli, sesli
τρανταχτός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
голосно, гучно
τρανταχτός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
me zë të lartë, zë të lartë, lartë, zë, i lartë
τρανταχτός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шумен, силен, силно, Силни, висок
τρανταχτός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гучна, моцна, голасна, ўголас
τρανταχτός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kõlav, kaikuv, vali, valju, valjusti, valjult, kõva
τρανταχτός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
glasno, glasan, glasni, naglas, glasna
τρανταχτός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hávær, mikill, hátt, upphátt, hárri
τρανταχτός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
garsiai, stiprus, garsus, garsi
τρανταχτός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
skaļi, skaļa, skaļu, skaļš
τρανταχτός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
гласно, гласни, гласен, гласна, силни
τρανταχτός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tare, puternic, voce tare, cu voce tare, de tare
τρανταχτός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
glasno, glasen, glasne, glasni, glasna
τρανταχτός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zvučný, hlasitý, hlasný, hlasité, hlasné
Τυχαίες λέξεις