Pré στα ελληνικά

Μετάφραση: pré, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανταμοιβή, επωφελούμαι, όφελος, πλεονέκτημα, επίδομα, ωφέλεια, προτέρημα, αμοιβή, Pré
Pré στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • prullaria στα ελληνικά - χαλάσματα, σκουπίδια, μπάζα, σκόνη, μπιχλιμπίδια, στολίδια μικράς αξίας, φανταχτερός αλλά φτηνός
  • pruttelen στα ελληνικά - σιγοβράζω, υποθάλπω, σιγοβράσει, σιγοβράστε, να σιγοβράσει, σιγοβράζετε
  • psalm στα ελληνικά - ψαλμός, ψαλμό, ψαλμού, Ο Ψαλμός, τον Ψαλμό
  • psyche στα ελληνικά - ψυχοσύνθεση, ψυχή, ψυχής, ψυχισμό, ψυχισμού, την ψυχή
Τυχαίες λέξεις
Pré στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανταμοιβή, επωφελούμαι, όφελος, πλεονέκτημα, επίδομα, ωφέλεια, προτέρημα, αμοιβή, Pré