Printer στα ελληνικά
Μετάφραση: printer, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τυπογράφος, εκτυπωτής, εκτυπωτή, του εκτυπωτή, τον εκτυπωτή, εκτυπωτών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- prinsdom στα ελληνικά - ηγεμονία, Πριγκιπάτο, Πριγκιπάτου, πριγκηπάτο, Πριγκηπάτου
- printen στα ελληνικά - εμπριμέ, τυπώνω, Εκτύπωση, εκτύπωσης, print, τυπωμένη ύλη, η τυπωμένη ύλη
- prioriteit στα ελληνικά - προτεραιότητα, προτεραιότητας, κατά προτεραιότητα, προτεραιότητας που
- prisma στα ελληνικά - πρίσμα, πρίσματος, το πρίσμα, πρισμάτων, του πρίσματος
Τυχαίες λέξεις
Printer στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τυπογράφος, εκτυπωτής, εκτυπωτή, του εκτυπωτή, τον εκτυπωτή, εκτυπωτών
Μεταφράσεις: τυπογράφος, εκτυπωτής, εκτυπωτή, του εκτυπωτή, τον εκτυπωτή, εκτυπωτών