Publiciteit στα ελληνικά
Μετάφραση: publiciteit, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προώθηση, δημοσιότητα, ανάδειξη, προαγωγή, δημοσιότητας, διαφήμιση, τη δημοσιότητα, διαφήμισης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- puberteit στα ελληνικά - ήβη, εφηβεία, την εφηβεία, εφηβείας, στην εφηβεία
- publicatie στα ελληνικά - δημοσιοποίηση, δημοσίευμα, έκδοση, θέμα, δημοσίευση, τεύχος, Έκδοσης, ...
- publiek στα ελληνικά - κόσμος, υφήλιος, κοινός, ακροατήριο, δημόσιο, κοινό, δημόσια, ...
- pudding στα ελληνικά - πουτίγκα, πουτίγκας, την πουτίγκα, η πουτίγκα, χυλόπιτα
Τυχαίες λέξεις
Publiciteit στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προώθηση, δημοσιότητα, ανάδειξη, προαγωγή, δημοσιότητας, διαφήμιση, τη δημοσιότητα, διαφήμισης
Μεταφράσεις: προώθηση, δημοσιότητα, ανάδειξη, προαγωγή, δημοσιότητας, διαφήμιση, τη δημοσιότητα, διαφήμισης